Το Ανώτατο Δικαστήριο της Γαλλίας (στο εξής: Cour de Cassation), επιλαμβανόμενο της αιτήσεως αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου του Παρισιού (αριθ. 67/16.01.2020, η περίληψη των οποίων είναι διαθέσιμη στην ηλεκτρονική διεύθυνση https: // www.courdecassation.fr/jurisprudence_2/troisieme_chambre_civile_572/67_16_44247.html ), κλήθηκε να επιλύσει τη σύγκρουση μεταξύ της υποχρέωσης τήρησης και εφαρμογής της πολεοδομικής νομοθεσίας και του δικαιώματος σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή.

Αναλυτικότερα, πρόκειται για την εκδίκαση της αιτήσεως αναιρέσεως κατά δικαστικής αποφάσεως του Εφετείου του Παρισιού. Στην απόφαση αυτή απορρίφθηκε το αίτημα ακυρώσεως του πρωτοκόλλου κατεδάφισης που εκδόθηκε από την αντιδίκο, δημοτική κοινότητα. Η δημοτική κοινότητα είχε υποστηρίξει ότι στο παρελθόν είχε αρνηθεί στην αιτούσα την ανακατασκευή του επίδικου κτιρίου, ισχυρισμό που είχε δεχθεί το Εφετείο του Παρισιού, απορρίπτοντας την υπό κρίση αίτηση. Η αναιρεσείουσα, αντιθέτως, ισχυρίστηκε ότι το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη την οικογενειακή και οικονομική της κατάσταση, την αδράνεια του δήμου για το επίμαχο κτίριο για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς και την παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, δεδομένου ότι η δημοτική αρχή δεν εξέτασε την δυνατότητα επιβολής  λιγότερο επαχθών μέτρων, πριν προβεί στην έκδοση του πρωτοκόλλου κατεδάφισης.

Ειδικότερα, η αιτούσα επικαλέστηκε το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, σύμφωνα με το οποίο, « Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του από την κατοικία του και την αλληλογραφία του. 2. Δεν επιτρέπεται η παρέμβαση της δημόσιας αρχής στην άσκηση του δικαιώματος αυτού, εκτός εάν προβλέπεται από το νόμο και είναι μέτρο το οποίο, σε μια δημοκρατική κοινωνία, είναι απαραίτητο για την εθνική ασφάλεια, τη δημόσια ασφάλεια, την οικονομική ευημερία της χώρας, η προστασία της τάξης και η πρόληψη των ποινικών αδικημάτων, η προστασία της υγείας ή της ηθικής, ή η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών άλλων ».

Στην ανωτέρω υπόθεση κρίθηκε ότι το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να αποκλείει την προστασία του περιβάλλοντος, η οποία εξασφαλίζεται από επιτακτικές διατάξεις πολεοδομικού σχεδιασμού που αποσκοπούν στη διατήρηση του δημοσίου συμφέροντος της πόλης και των κατοίκων της. Το Δικαστήριο τάχθηκε υπέρ της αναγκαιότητας τήρησης και εφαρμογής της πολεοδομικής νομοθεσίας, εν όψει και του δημοσίου συμφέροντος, τον οποίο επιδιώκει. Εντούτοις, έκανε μερικώς δεκτή την αίτηση αναίρεσης, παραπέμποντας την υπόθεση στο Εφετείο, επειδή εκείνο δεν διερεύνησε την δυνατότητα τήρησης της πολεοδομικής νομοθεσίας με μέτρα λιγότερα επαχθή για την αιτούσα και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.

Κατόπιν τούτου καθίσταται σαφές ότι η ανωτέρω απόφαση του Ανωτάτου Αναιρετικού Δικαστηρίου της Γαλλίας αποτελεί κλασσικό παράδειγμα ανευρέσεως μιας δίκαιης λύσης επί της συγκρούσεως αφενός του ατομικού δικαιώματος της ιδιοκτησίας και αφετέρου του δημοσίου συμφέροντος, με την εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας. Παρά το γεγονός ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση φαίνεται να τοποθετείται σε προέχουσα θέση η ανάγκη τηρήσεως της πολεοδομικής νομοθεσίας εν όψει και του δημοσίου συμφέροντος, το οποίο εξυπηρετεί, επισημαίνεται  πως η δημόσια δράση οφείλει να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας. Με τον τρόπο αυτό τόσο ο περιβαλλοντικός νομοθέτης όσο και η διοικητική και δικαστική αρχή, υποχρεούνται, όταν εφαρμόζουν περιορισμούς των ατομικών δικαιωμάτων, να  φροντίζουν ώστε οι περιορισμοί αυτοί να δικαιολογούνται από σοβαρούς λόγους γενικότερου συμφέροντος, να ανταποκρίνονται προς το σκοπό για τον οποίο θεσπίζονται, δηλαδή να είναι αναγκαίοι και πρόσφοροι, και σε κάθε περίπτωση να μην αναιρούν τον πυρήνα του θεμελιώδους δικαιώματος.